- διεξάγοντας
- διά-ἐξάγωlead outpres part act masc acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
πατέ — (Pathé). Όνομα δύο Γάλλων αδελφών αρχιτεκτόνων, του Eμίλ (1860 – 1937) και του Σαρλ (1863 – 1957). Μαζί με τον Ερρίκο Λιορέ ίδρυσαν τη φερώνυμη γαλλική φωτογραφική βιομηχανία. Στα εργοστάσιά τους κατασκεύασαν φωνογραφικό μηχάνημα παρόμοιο με του… … Dictionary of Greek
Βιετνάμ — Κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας.Συνορεύει Β με την Κίνα, Δ με την Καμπότζη και το Λάος, ενώ Α και Ν βρέχεται από τη Νότια Θάλασσα της Κίνας, και πιο συγκεκριμένα από τον Κόλπο του Τονκίν ΒΑ, τον Κόλπο της Ταϊλάνδης ΝΔ και στην υπόλοιπη… … Dictionary of Greek
Γκάνα — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γκάνα Παλαιότερη ονομασία: Χρυσή Ακτή Έκταση: 238.538 τ. χλμ. Πληθυσμός: 19.361.000 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Άκρα (1.605.500 κάτ. το 2002)Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει Δ με την Ακτή Ελεφαντοστού, Β και ΒΔ… … Dictionary of Greek
Κένεντι, Ρόμπερτ Φράνσις — (Robert Francis Kennedy, Μασαχουσέτη 1925 – Λος Άντζελες 1968). Αμερικανός πολιτικός. Ήταν νεότερος αδελφός του προέδρου των ΗΠΑ Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι (βλ. λ.). Σπούδασε στο Χάρβαρντ και στη νομική σχολή του πανεπιστημίου της Βιρτζίνια.… … Dictionary of Greek
Λάιτχιλ, Μάικλ Τζέιμς — (Michael James Lighthill, Παρίσι 1924 – Σαρκ, Νησιά Τσάνελ 1998). Άγγλος μαθηματικός και ερευνητής. Αποφοίτησε από τη μαθηματική σχολή του Trinity College, στο πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ (1943). Το 1946 ξεκίνησε να διδάσκει στο πανεπιστήμιο του… … Dictionary of Greek
Λούρια, Σαλβαντόρ — (Salvador Luria, Τορίνο, Ιταλία 1912 – 1991). Αμερικανός βιολόγος, ιταλικής καταγωγής. Σπούδασε ιατρική στο πανεπιστήμιο του Τορίνο και συνέχισε διεξάγοντας έρευνες αρχικά στο Παρίσι (1938 40) και αργότερα σε πανεπιστήμια των ΗΠΑ, όπου μεταξύ… … Dictionary of Greek
Μακ Φάντεν, Ντάνιελ — (Daniel McFadden, Βόρεια Καρολίνα 1937 –). Αμερικανός οικονομολόγος και πανεπιστημιακός. Αποφοίτησε από τη σχολή φυσικής του πανεπιστημίου της Μινεσότα, έχοντας στο ενεργητικό του την κατασκευή ενός τηλεσκοπίου ακτίνων Χ. Συνέχισε για… … Dictionary of Greek
Μέρτον, Ρόμπερτ — (Robert Merton, Νέα Υόρκη 1944 –). Αμερικανός μαθηματικός και οικονομολόγος. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, το 1967 έλαβε διδακτορικό τίτλο στα εφαρμοσμένα μαθηματικά από το Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Καλιφόρνια (CalTech), ενώ συνέχισε… … Dictionary of Greek
Μοτ, Νέβιλ — (Sir Nevill Mott, Λιντς 1905 – 1996). Άγγλος φυσικός. Σπούδασε μαθηματικά και θεωρητική φυσική, στα κολέγια Κλίφτον και Σαιντ Τζονς του Κέιμπριτζ, ενώ πραγματοποίησε έρευνα στο Κέιμπριτζ και στην Κοπεγχάγη υπό την επίβλεψη του Νιλς Μπορ και στο… … Dictionary of Greek
Μπριζ — (γαλλ. Bruges, φλαμανδ. Brugge). Πόλη (116.836 κάτ.), του βορειοδυτικού Βελγίου, 90 χλμ. ΒΔ των Βρυξελλών. Πρωτεύουσα της επαρχίας της Δυτικής Φλάνδρας (2.982 τ. χλμ.), απέχει περίπου 15 χλμ. από τη Βόρεια θάλασσα, με την οποία (κατά τον… … Dictionary of Greek